προσκάει

προσκάει
προσκά̱ει , προσκαίω
set on fire
pres ind mp 2nd sg (attic)
προσκά̱ει , προσκαίω
set on fire
pres ind act 3rd sg (attic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • προσκαίω — και αττ. τ. προσκάω Α [καίω] 1. αναφλέγω, καίω επί πλέον («ἐν τοῑς ἑψομένοις προσκάει τὸ πλεῑον πῡρ», Αριστοτ.) 2. φρ. «προσκαίομαί τινι» μτφ. διακαίομαι από έρωτα για κάποιον («ἐκείνῳ τότε ἰσχυρῶς προσεκαύθη», Ξεν.) …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”